ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ


Κατά την πρωτοβυζαντινή περίοδο η πόλη ανήκε στην επαρχία της Μακεδονίας Πρώτης και αποτελούσε έδρα επισκοπής. Ο επίσκοπός της Μαξιμίνος (ή Μάξιμος και Μαξιμιανός) παρευρέθηκε στις δύο Συνόδους, της Εφέσου (449 μ.Χ.) και της Χαλκηδόνας (451 μ.Χ.). Ο Ιεροκλής (527/8 μ.Χ.) τη συγκαταλέγει ανάμεσα στις 32 συνολικά πόλεις της Μακεδονίας Πρώτης, που ανήκαν στη Ζ΄ επαρχία του Ιλλυρικού, με πρωτεύουσα τη Θεσσαλονίκη. Τότε μάλιστα περιτειχίστηκε, εκτός από το παλαιοχριστιανικό της κοιμητήριο που παρέμεινε έξω από τα τείχη.

Την ανεπάρκεια των αρχαίων και πρωτοβυζαντινών πηγών καλύπτουν οι μεσοβυζαντινές και υστεροβυζαντινές κυρίως φιλολογικές πηγές, οι οποίες προσφέρουν απλόχερα πλούσιο ιστορικό υλικό για τη σπουδαία αυτή μακεδονική πόλη. Από αυτές πληροφορούμαστε ότι ανακαινίσθηκε κατά το πρώτο έτος της βασιλείας (803 μ.Χ.) του αυτοκράτορα Νικηφόρου και ταυτοχρόνως επαυξήθηκε πληθυσμιακά.

Τμήμα της ανατολικής βυζαντινής οχύρωσης της πόλης.

Με την ίδρυση του θέματος «Στρυμόνος» τον 9ο μ.Χ. αι., που είχε πρωτεύουσα τις Σέρρες, επήλθε και ο προβιβασμός της σε αρχιεπισκοπή, με πρώτο αρχιεπίσκοπο το Γεώργιο. Η γεωστρατηγική της θέση την κατέστησε μήλο της έριδας μεταξύ των Φράγκων, Βουλγάρων, Σέρβων και Τούρκων.

Το 976 μ.Χ. μπροστά στις επάλξεις της σκοτώθηκε από ρίψη πέτρας ο Βούλγαρος βοεβόδας Μωυσής στην προσπάθειά του να την εκπορθήσει. Η απόπειρα επίσης του αδελφού του Σαμουήλ για υποδούλωση της πόλης το 980 μ.Χ. υπήρξε ανεπιτυχής. Από αυτήν πέρασε δύο τουλάχιστον φορές ο αυτοκράτορας Βασίλειος Β' ο Βουλγαροκτόνος, ενισχύοντάς την με οχυρώσεις και μετατρέποντάς την σε ορμητήριο εναντίον των Βουλγάρων. Τότε πιθανόν η αρχιεπισκοπή των Σερρών υψώθηκε σε Μητρόπολη.

Ο τετράπλευρος ανατολικός βυζαντινός πύργος.

Κατά την περίοδο των Σταυροφοριών, ευρισκόμενη στον οδικό άξονα μεταξύ της Θεσσαλονίκης και Κωνσταντινούπολης, η πόλη προμήθευσε αναγκαστικά με εφόδια τους στρατιώτες της Α' Σταυροφορίας που κατασκήνωσαν σε αυτή το Φεβρουάριο του 1097 κάτω από τις διαταγές του Βοημούνδου. Υποτάχθηκε αργότερα (Μάιος 1204) στο Φράγκο αυτοκράτορα Βαλδουίνο και στη συνέχεια (Οκτώβριος 1204) στον ηγεμόνα του βασιλείου της Θεσσαλονίκης Βονιφάτιο το Μομφερρατικό.

Μετά το 1204 περιήλθε στη δικαιοδοσία του Φραγκικού βασιλείου της Θράκης, μέχρι το καλοκαίρι του 1206 μ.Χ., οπότε η πόλη καταστράφηκε ολοσχερώς και το φρούριό της κατεδαφίστηκε από το Βούλγαρο τσάρο Ιωάννη Α' (Ιωαννίτση), τον επονομαζόμενο από τους Βυζαντινούς Σκυλογιάννη.

Στα τέλη τον 1208 ο Βονιφάτιος την ανακατέλαβε, ώσπου παραδόθηκε στα χέρια του Ενετού αυτοκράτορα Ερρίκου του Α'. Ο Θεόδωρος Δούκας Άγγελος Κομνηνός, εκδιώκοντας τη λατινική φρουρά, έγινε κύριος της πόλης (τέλη του 1221). Παρέμεινε στην κατοχή του μέχρι το 1230, οπότε και νικήθηκε από τον τσάρο Iβάν Β' Άσεν. Μετά το θάνατο του δωδεκάχρονου τσάρου Καλιμάν (1245) η πόλη περιήλθε στην εξουσία του αυτοκράτορα της Νικαίας Ιωάννη Γ΄ Δούκα Βατατζή για δεκαέξι χρόνια. Το 1261 μετατράπηκε σε τμήμα της βυζαντινής αυτοκρατορίας. Ξαναβρήκε την ακμή της και έγινε πρωτεύουσα του θέματος «Σερρών και Στρυμόνος». Διοικητής της ορίστηκε ο Μιχαήλ Η' Παλαιολόγος.

Η περίμετρος της βυζαντινής οχύρωσης της πόλης.

Στα χρόνια των Παλαιολόγων γνώρισε ιδιαίτερη ευημερία. Στους μακρόχρονους δυναστικούς πολέμους που ακολούθησαν ανάμεσα στον παππού και εγγονό και αργότερα με το δομέστικο Ιωάννη Καντακουζηνό οι Σέρρες, λόγω της επίκαιρης θέσης, τράβηξαν την προσοχή όλων. Στις 24 Σεπτεμβρίου του 1345 ο Σέρβος κράλης Στέφανος Δουσάν, εκμεταλλευόμενος τις εμφύλιες διαμάχες των Βυζαντινών αυτοκρατόρων κατέλαβε την πόλη.

Μετά το θάνατο τον Δουσάν το 1355 την εξουσία ανέλαβε προσωρινά ο γιος του Ούρεσης και το 1360 η κράλαινα Ελένη με σεβαστοκράτορα τον Ιωάννη Ούγκλεση. Η σερβοκρατία στις Σέρρες κράτησε μέχρι το 1371.

Η κεραμοπλαστική περικεφαλαία και επιγραφή στη δυτική εξωτερική πλευρά του πύργου του Ορέστη.

Αρχιτεκτονικό απομεινάρι αυτής της κατοχής είναι ο γνωστός κεντρικός πύργος του Ορέστη στην κορυφή της Ακρόπολης. Μετά το θάνατο του Ούγκλεση και του αδελφού του το σερβικό κράτος των Σερρών διαλύθηκε.

Η πόλη πέρασε για λίγο στην εξουσία του Δεσπότη της Θεσσαλονίκης Μανουήλ Ε' Παλαιολόγου, ώσπου στις 19 Σεπτεμβρίου 1383 κυριεύτηκε από τους Τούρκους.

 

ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑΣ

Η πόλη των Σερρών κατά την περίοδο αυτή ανήκε στο ομώνυμο σαντζάκι του βιλαετιού Θεσσαλονίκης και αποτέλεσε πρωτεύουσα του καζά. Υπήρξε αξιόλογο διοικητικό, εμπορικό και πνευματικό κέντρο της ευρύτερης περιοχής. Η γεωργική παραγωγή και τα κτηνοτροφικά της προϊόντα, καθώς και η σπουδαία γεωγραφική της θέση προσέφεραν στους κατοίκους οικονομική ευρωστία.

Ο μαρμάρινος ανδριάντας του Σερραίου αρχιστράτηγου των μακεδονικών δυνάμεων Εμμ.Παπά (1772-1821) στην κεντρική πλατεία της πόλης.

Φημισμένα ήταν τα σερραϊκά εργαστήρια υφαντικής και χρυσοχοΐας. Η εβδομαδιαία υπαίθρια αγορά (παζάρι) την Τρίτη και το ετήσιο πανηγύρι (κερβάνι) διευκόλυναν τις εμπορικές συναλλαγές. Μεγάλοι ευρωπαϊκοί και παραδουνάβιοι οίκοι είχαν ιδρύσει εδώ διάφορα εμπορικά υποκαταστήματα. Εγκατάσταση εβραϊκής κοινότητας μαρτυρείται από τις αρχές ακόμη του 16ου αιώνα. Οι χριστιανοί κάτοικοί της εμφανίζονται καλά οργανωμένοι στην τοπική κοινότητα και την Εκκλησία. Η δωδεκαμελής κοινοτική επιτροπή από εκπροσώπους των συντεχνιών εκλεγόταν απ' όλους τους Έλληνες στην καταγωγή πολίτες.

Οι Οθωμανοί από τη δική τους πλευρά διέθεταν μία σχετικά ισχυρή και τοπικά κυρίαρχη τάξη προκρίτων (αγιάνηδων), που ήταν γαιοκτήμονες, φορομισθωτές και εκπρόσωποι της κρατικής εξουσίας. Την εποχή της παντοδυναμίας του φιλοπροόδου διοικητή της Ισμαήλ μπέη (1795-1813), οι Σέρρες αριθμούσαν 30.000 περίπου κατοίκους. Από αυτούς οι μισοί σχεδόν ήταν Τούρκοι. Οι Σερραίοι πήραν μέρος στο πρώτο επαναστατικό κίνημα κατά των Τούρκων, που εκδηλώθηκε αμέσως μετά τη ναυμαχία της Ναυπάκτου (1571). Η μύησή τους στη Φιλική Εταιρία πραγματοποιήθηκε από το Γιάννη Φαρμάκη. Πρώτος ασπάσθηκε τις αρχές της ο μητροπολίτης Χρύσανθος. Ακολούθησαν και άλλοι προύχοντες, ανάμεσά τους και ο αρχιστράτηγος των Μακεδονικών δυνάμεων Εμμανουήλ Παπάς (1772 - 1821), ο οποίος διέθεσε όλη του την περιουσία και θυσίασε την πολυμελή του οικογένεια για την απελευθέρωση της πατρίδας του.

Η μαρμάρινη προτομή του Μακεδονομάχου Καπετάν Μητρούση (1882-1907) στην πλατεία Ευαγγελίστριας της συνοικίας Κάτω Καμενίκιας.

Στις Σέρρες υπήρχε έντονη πνευματική και εκπαιδευτική δραστηριότητα από το 17ο ακόμη αιώνα. Σημαντική και αξιόπιστη ελληνική πηγή για τον αιώνα αυτόν αποτελεί το «Χρονικό» του Παπασυναδινού. Το 1735 ιδρύθηκε ένα συγκροτημένο ελληνικό εκπαιδευτήριο που λειτούργησε μέχρι το 1780. Το 1834 ο μητροπολίτης Γρηγόριος Α' Φουρτουνιάδης πρωτοστάτησε στην ίδρυση αλληλοδιδακτικού σχολείου. Το 1853 λειτούργησε για πρώτη φορά Παρθεναγωγείο. Η «Αθήνα του Βορρά», όπως χαρακτηρίστηκαν οι Σέρρες, ήταν η πρώτη υπόδουλη ελληνική πόλη της Ευρωπαϊκής Τουρκίας που απέκτησε το έτος 1872 Διδασκαλείο αρρένων, με την υποστήριξή του Μακεδονικού Φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου Σερρών. Η διεύθυνσή του ανατέθηκε στο Δημήτριο Μαρούλη. Κατά τους όψιμους χρόνους της τουρκοκρατίας οι κάτοικοι συντηρούσαν ημιγυμνάσιο - που εξελίχτηκε αργότερα (1884) σε πλήρες εξατάξιο Γυμνάσιο-, πλούσια Βιβλιοθήκη, εννεατάξιο Ανώτερο Παρθεναγωγείο (1880) (με την επωνυμία "Γρηγοριάς" από το 1892), εξατάξια Αστική Σχολή, τέσσερα Δημοτικά Σχολεία αρρένων και θηλέων αντιστοίχως και ένα κεντρικό Νηπιαγωγείο. Από πολύ νωρίς (1796) επίσης οι Σερραίοι ενδιαφέρθηκαν για την ίδρυση Κοινοτικού Νοσοκομείου, με ενέργειες του μητροπολίτη Κωνστάντιου.

Τμήμα της πυρίκαυστης ζώνης της πόλης, αμέσως μετά την υποχώρηση των Βουλγάρων το 1913 (Αρχείο Π. Σαμσάρη).

.Κατά την περίοδο του Μακεδονικού Αγώνα οι Σέρρες αποτέλεσαν σπουδαίο κέντρο της αντιβουλγαρικής εξαρχικής προπαγάνδας. Σπουδαία στάθηκε η εθνική προσφορά του μουσικογυμναστικού Συλλόγου «Ορφέας» που ιδρύθηκε τον Αύγουστο του 1905. Στην πόλη, με τη βοήθεια του ελληνικού Προξενείου, οργανώθηκε αρχικώς ο αμυντικός αγώνας και στή συνέχεια ο επιθετικός ενάντια στους ένοπλους βουλγαροκομιτατζήδες. Τα ανταρτικά σώματα από εγχώριους άνδρες και αρχηγούς ανέλαβαν αυτό το ρόλο, χύνοντας το αίμα τους. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του Μητρούση Γκογκαλάκη (ή Καπετάν Μητρούση), που οχυρωμένος στο καμπαναριό τον ναού της Ευαγγελίστριας στη συνοικία Κάτω Καμενίκια, πολέμησε γενναία ολόκληρη την ημέρα (14 Ιουλίου 1907) εναντίον 3.000 Τούρκων στρατιωτών και θυσιάστηκε ηρωικά. Με την κήρυξη του Βαλκανικού πολέμου και την ελληνοβουλγαροσερβική συνθήκη συμμαχίας το 1912 οι βόρειοι γείτονές μας άρπαξαν την ευκαιρία να καταλάβουν την πόλη. Μετά τη νίκη του ελληνικού (στρατού, υποχωρώντας οι Βούλγαροι στις 28 Ιουνίου του 1913 παρέδωσαν την πόλη στην πυρά. Με τη νικηφόρο είσοδο των ελληνικών απελευθερωτικών στρατευμάτων στις 29 Ιουνίου του 1913 η μαρτυρική πόλη, μετά από 530 χρόνια πικρής σκλαβιάς, έβλεπε το φως της ελευθερίας. Η αναγέννηση της πολυτάραχης ζωής της πολιτείας μέσα από τις στάχτες προβλεπόταν δύσκολη. Οι κάτοικοί της είχαν να αντιμετωπίσουν και άλλα δεινά, μέχρι την αποκατάσταση της πλήρους ηρεμίας.

Συγγραφέας:
Πέτρος Κ . Σαμσάρης

 

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Ν. Νικολάου, Σκαπανείς της ιστοριογραφίας και προβλήματα της ιστορίας των Σερρών, Θεσσαλονίκη 1964.

Π. Παπαγεωργίου, Αι Σέρραι και τα προάοτεια, τα περί τας Σέρρας και η μονή Ιωάννου του Προδρόμου (Συμβολή ιστορική και αρχαιολογική), Εισαγωγή Χ. Μπακιρτζή, Έκδοση Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Σερρών, Θεσσαλονίκη 19882.

Π. Πέννα, Ιστορία των Σερρών από της αλώσεως αυτών υπό των Τούρκων μέχρι της απελευθερώσεώς των υπό των Ελλήνων 1383-1913, Αθήνα 19662.

Δ. Σαμσάρη, Ιστορική γεωγραφία της Ανατολικής Μακεδονίας κατά την αρχαιότητα, Έκδοση Ε.Μ.Σ., Θεσσαλονίκη 1976, σσ. 126-128.

Πέτρου Σαμσάρη, «Το ιστορικό της ανέγερσης του ανδριάντα του Εμμανουήλ Παπά στην πόλη των Σερρών», ΜΕΤΑ τεύχ. 51 (Μάρτιος. 1999) σσ. 1/ 17-8/ 24.

Ευ. Στράτη, Ιστορία της πόλεως των Σερρών, Εισαγωγή Πέτρου Σαμσάρη, Έκδοση Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Σερρών, Σέρρες 20003.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΥΛΙΚΟ

Εικ. 2, 3, 5, 6, 8, 12, 15: Πέτρος Κ. Σαμσάρης
Εικ. 9, 13, 17: Χριστίνα Παπαφράγκου