ΝΕΟΤΕΡΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ

 

Γενική άποψη των Σερρών στη διάρκεια της τουρκοκρατίας.

Oι πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα προμηνύονταν για τα Βαλκάνια ταραγμένες. Η μακραίωνη συνύπαρξη διαφορετικών εθνοτήτων, γλωσσών, θρησκειών έδινε μιαν ιδιαίτερη οξύτητα στο πρόβλημα της διανομής των εδαφών μετά τη διαφαινόμενη πλέον αδυναμία της Οθωμανικής Τουρκίας να διατηρήσει την κυριαρχία της στην περιοχή. Το 1912 οι τρεις Βαλκανικές δυνάμεις, Ελλάδα, Βουλγαρία, Σερβία παρά τις έντονες αντιζηλίες κατέληξαν σε ένα τρίμερη συμμαχικό δίκτυο με κέντρο τη Σόφια και επέδωσαν στη τουρκική κυβέρνηση ένα μνημόνιο με το οποίο ζητούσαν την εισαγωγή μεταρρυθμίσεων στο εσωτερικό της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Η αναμενόμενη αρνητική αντίδραση της Πύλης οδήγησε τις Βαλκανικές δυνάμεις στην κήρυξη πολέμου στις αρχές Οκτωβρίου του 1912.

Καθώς η οθωμανική στρατιά του Στρυμόνα είχε ήδη αποχωρήσει για τα Γιαννιτσά, η φρουρά των Σερρών μαζί με τις τουρκικές αρχές εγκατέλειψαν την πόλη (24 Οκτωβρίου). Την επομένη εισέβαλαν τα βουλγαρικά στρατεύματα. Οι Έλληνες κάτοικοι χαιρέτησαν με ενθουσιασμό την αποχώρηση των Τούρκων ενώ λίγες μέρες αργότερα εγκαταστάθηκε στην πόλη και ένα σύνταγμα ελληνικού ιππικού. Η κατάρρευση τον τουρκικού μετώπου σε όλο το βαλκανικό χώρο και το Αιγαίο ανάγκασε τις Μεγάλες Δυνάμεις σε αναγνώριση ενός νέου εδαφικού καθεστώτος. Η οριστική συνθήκη ανάμεσα στους εμπολέμους υπογράφηκε στο Λονδίνο (Μάιος 1913) και επικύρωσε την κατάλυση της τουρκικής κυριαρχίας στη Χερσόνησο του Αίμου, ωστόσο δεν καθόριζε το νέο εδαφικό καθεστώς των Βαλκανίων. Το χρονικό διάστημα που ακολούθησε στις περιοχές συγκυριαρχίας της Ελλάδας και της Βουλγαρίας πολλά επεισόδια εξελίχθηκαν σε μικρές εχθροπραξίες. Τέτοια επεισόδια συνέβησαν και στην περιοχή των Σερρών (Παγγαίο, Νιγρίτα) με αποτέλεσμα την αποχώρηση τον ελληνικού συντάγματος από την πόλη, για να αποφύγει την αιχμαλωσία. Εξάλλου από την αρχή του
Η πυρπολημένη πόλη των Σερρών.
πολέμου ήταν εμφανές ότι οι τρεις δυνάμεις ξεκινούσαν αποφασισμένες να εκμεταλλευτούν για τον εαυτό τους την οποιαδήποτε στρατιωτική ή διπλωματική κατάσταση θα προέκυπτε. Η εμφανής επεκτατική διάθεση της Βουλγαρίας οδήγησε στην σύμπηξη ελληνοσερβικής συνθήκης φιλίας και αμυντικής συμμαχίας (Μάης 1913). Μέσα στον Ιούνιο τα Βουλγαρικά στρατεύματα προσέβαλαν τις ελληνικές και σερβικές προφυλακές στη Γευγελή και τη Νιγρίτα. Ο Β' Βαλκανικός πόλεμος είχε αρχίσει. Ο ελληνικός στρατός κατέλαβε το Κιλκίς, το Λαχανά, τη Δοϊράνη (19-22 Ιουνίου) και βάδισε προς το Στρυμόνα. Οι Βούλγαροι ανατίναξαν τις γέφυρες τον ποταμού και υποχώρησαν. Στην πόλη των Σερρών συνέλαβαν ομήρους, εκτέλεσαν αρκετούς από αυτούς και απαγόρευσαν την κυκλοφορία. Παρόλα αυτά συγκροτήθηκε, με υπόδειξη του Μητροπολίτη Απόστολου Χριστοδούλου, ένοπλη πολιτοφυλακή από χριστιανούς και μουσουλμάνους σε μια προσπάθεια να προστατευθεί η πόλη. Η 7η Μεραρχία του ελληνικού στρατού, η οποία βρισκόταν στο Στρυμόνα, βάδιζε προς την πόλη των Σερρών, όμως η επιδείνωση των πολεμικών επιχειρήσεων στη Γευγελή καθώς και οι πληροφορίες για αποχώρηση των Βουλγάρων οδήγησαν στην αναβολή της κατάληψης της πόλης. Όταν στις 28 Ιουνίου οι πρώτοι Έλληνες στρατιώτες εισήλθαν στην πόλη διαπίστωσαν ότι η
αναβολή υπήρξε μοιραία. Οι Βούλγαροι αφού βομβάρδισαν την πόλη αποχώρησαν πυρπολώντας με πετρέλαιο το κεντρικό της τμήμα. Η φωτιά κατέκαψε το μεγαλύτερο μέρος της πόλης, 1.000 καταστήματα και 4.050 κατοικίες σε σύνολο 6.000. Την επομένη, 29 Ιουνίου, ο ελληνικός στρατός καταλάμβανε επίσημα την πόλη. Τον Αύγουστο του 1913 υπογράφτηκε η συνθήκη του Βουκουρεστίου σύμφωνα με την οποία η Α. Μακεδονία μέχρι και την Καβάλα περιερχόταν στην κυριαρχία των Ελλήνων. Όλα αυτά τα γεγονότα προκάλεσαν στην περιοχή πληθυσμιακές μεταβολές. Έτσι στην περιοχή των Σερρών ήδη από το 1913 σημειώνονται συνεχείς μετακινήσεις πληθυσμών. Οι μουσουλμάνοι κάτοικοι της περιοχής αποχωρούν ενώ ελληνικοί πληθυσμοί από τη Στρώμνιτσα, το Μελένικο και το Πετρίτσι μετακινούνται προς τις ελληνικές περιοχές τον
Σερραίοι όμηροι στο δρόμο προς τη Βουλγαρία.
Αύγουστο του 1913. Λίγο αργότερα ο Α' Παγκόσμιος πόλεμος προκάλεσε νέα δεινά στην πόλη των Σερρών. Η εμπλοκή της Τουρκίας και Βουλγαρίας στο πλευρό της Γερμανίας και Αυστροουγγαρίας και η εσωτερική διαμάχη ανάμεσα ατούς ουδετερόφιλους (βασιλιάς Κωνσταντίνος και συντηρητικές φιλοβασιλικές δυνάμεις) και τους υποστηρικτές της συμμαχίας με τους Αγγλογάλλους (Βενιζέλος και φιλελεύθεροι) προκάλεσε μεγάλη αναταραχή στην χώρα η οποία οδήγησε στον "εθνικό διχασμό". Στα τέλη του Ιουνίου 1915 στην περιοχή των Σερρών εγκαταστάθηκαν 21.000 πρόσφυγες από τη Βουλγαρία, τη Θράκη, τη Μ. Ασία, τον Καύκασο. Τον Αύγουστο του 1915 παραδόθηκε από κύκλους βασιλοφρόνων το οχυρό Ρούπελ στους Βουλγάρους, ενώ η περιοχή της Μακεδονίας πέρασε σταδιακά στην κυριαρχία των Γερμανών και των Βουλγάρων. Στις 28 Αυγούστου τον 1916 οι Βούλγαροι μπήκαν στις Σέρρες. Οι όροι τους οποίους επέβαλαν στους κατοίκους της πόλης ήταν δυσβάστακτοι (απαγόρευση κυκλοφορίας τη νύκτα, επίταξη προϊόντων διατροφής) ενώ συλλήψεις, βιαιοπραγίες και θανατώσεις έγιναν καθημερινό φαινόμενο. Όλα αυτά καθώς και η βίαιη απομάκρυνση κατοίκων της
πόλης είχαν ως αποτέλεσμα τη δραματική συρρίκνωση του πληθυσμού των Σερρών. Η κατάσταση αυτή διήρκεσε μέχρι το Σεπτέμβριο του 1918, όταν η Βουλγαρία ζήτησε ανακωχή και οι ελληνικές δυνάμεις μπήκαν στην πόλη. Η αποχώρηση των Βουλγάρων σήμανε επιπλέον απώλειες για την πόλη και το νομό επειδή συνοδεύτηκε από καταστροφή μνημείων, αρχείων καθώς και αφαίρεση κωδίκων, χειρογράφων και σκευών από ναούς και μονές. Οι βιβλιοθήκες των μονών Τιμίου Προδρόμου και Κοσιφίνισας απογυμνώθηκαν ήδη από το 1917. Επιπλέον ατή διάρκεια τον Α' Παγκοσμίου πολέμου χιλιάδες Έλληνες, και από την περιοχή των Σερρών, με¬ταφέρθηκαν ως όμηροι από τους Βουλγάρους στα Τάγματα εργασίας από όπου δεν επέστρεψαν. Η μικρασιατική καταστροφή και η συνθήκη της Λωζάνης (Ιούλιος 1923) έφερε νέο κύμα προσφύγων από τη Μ. Ασία, τον Πόντο, την Α. Θράκη. Μέχρι το 1928 εγκαταστάθηκαν στο νομό Σερρών 70.000 πρόσφυγες, από αυ¬τούς η πόλη απορρόφησε τους 13.534. Ο πληθυσμός της πόλης
ήταν στην απογραφή του 1920 14.486 και του 1928 29.640. Οι Σέρρες, μετά τη γειτονική Δράμα, δέχτηκαν τη μεγαλύτερη αναλογία προσφυγικών πληθυσμών από όλες τις μακεδονικές πόλεις. Η παρουσία αυτών των πληθυσμών τόνωσαν δημογραφικά αλλά και κοινωνικοοικονομικά τη ζωή της πόλης. Στα 1935, 1 Μαρτίου, εκδηλώθηκε κίνημα φιλοβενιζελικών αξιωματικών. Ως τις 3 Μαρτίου είχαν επαναστατήσει όλες οι μονάδες από το Στρυμόνα έως τον Έβρο. Στις Σέρρες στασίασε το 19ο σύνταγμα. Μαζί τους ενώθηκαν και πολίτες της φιλοβενιζελικής παράταξης. Κατελήφθη η Νομαρχία και το Τηλεγραφείο και έγιναν συλλήψεις αξιωματικών και πολιτών. Στις 9 Μαρτίου η κυβερνητική αεροπορία προέβη σε εκφοβιστικούς βομβαρδισμούς της πόλης. Το κίνημα απέτυχε σε λίγες μέρες και οι υποστηρικτές του υπέστησαν διώξεις. Στη διάρκεια τον ελληνοϊταλικού πολέμου, 1940, νέοι Σερραίοι πολίτες μετείχαν στις μάχες του οχυρώματος "731", το οποίο έμεινε γνωστό στην πολεμική ιστορία των αντιπάλων και θεωρήθηκε ένα από τα πιο αιματοβαμμένα υψώματα ολόκληρου του παγκόσμιου πολέμου. Στις 9 Απριλίου 1941 γερμανικά στρατεύματα κατέλαβαν τις Σέρρες και στις 25 Απριλίου μπήκε και ο βουλγαρικός στρατός (που οποίο παραδόθηκε η εξουσία της πόλης. Η βουλγαρική κατοχή στόχευε στον εκβουλγαρισμό της πόλης (χρήση βουλγαρικής γλώσσας, αλλαγή ονομάτων κ.τ.λ.). Η συμμετοχή Σερραίων στην αντίσταση κατά των κατακτητών οδήγησε σε συλλήψεις και θανατώσεις πολιτών, ενώ στις 4 Μαρτίου 1943 η ελληνική εβραϊκή κοινότητα των Σερρών μηδενός εξαιρούμενων μεταφέρθηκε στην Πολωνία σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, όπου εξοντώθηκαν όλοι. Το 1944 τα Βουλγαρικά στρατεύματα αποχώρησαν από την Α. Μακεδονία και στις 14 Σεπτεμβρίων 1944 τα πρώτα τμήματα
του Ε.Λ.Α.Σ. εισήλθαν στις Σέρρες. Στις 29 τον ίδιον μήνα έγιναν στην πόλη οι πρώτες ελεύθερες μεταπολεμικές δημοτικές εκλογές. Λίγο αργότερα η πόλη ενεπλάκη στα δεινά του εμφυλίου πολέμου. Μετά το Β' Παγκόσμιο πόλεμο και σε όλη τη διάρκεια της ψυχροπολεμικής περιόδου, δηλαδή μέχρι την κατάρρευση των καθεστώτων των χωρών του πρώην υπαρκτού σοσιαλισμού, η γειτνίαση τον νομού με τη Λαϊκή Δημοκρατία της Βουλγαρίας και το στρατιωτικό δόγμα του "από βορρά κινδύνου" καθόρισε την έντονη παρουσία του στρατού στό νομό και την πόλη και την επιβολή περιορισμών στρατηγικού χαρακτήρα. Τις τελευταίες δεκαετίες του 20ού αι. οι Σέρρες είναι μια πόλη ενταγμένη στη μεγάλη κοινότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και συγχρόνως διευρύνει συνεχώς τις σχέσεις της με τις βόρειες γειτονικές χώρες, με τις οποίες μέχρι και τις δύο πρώτες δεκαετίες του αιώνα συνέδεε ένα μεγάλο μέρος των οικονομικών της δραστηριοτήτων.
Τμήματα του Ε.Λ.Α.Σ. εισέρχονται στην πόλη. Σεπτέμβρης 1944.
Όψη της μςταπολεμικής πόλης.
Η σύγχρονη πόλη.

 

 

 


Συγγραφέας:
Δήμητρα Τσεσμετζή-Μαραγκάκη

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΥΛΙΚΟ

Γ. Καφταντζή, Οι Σέρρες άλλοτε και τώρα, 'Εκδοση του Ομίλου Ορφέας Σερρών, Σέρρες 1985.

Γ. Καφταντζή, Ιστορία της πόλεως των Σερρών και της περιφέρειάς της , τόμ. τρίτος, Θεσσαλονίκη 1996.

Β. Τζανακάρη, Εικονογραφημένη ιστορία των Σερρών, τόμ. πρώτος, εκδ. περιοδικού "ΓΙΑΤΙ", Σέρρας 1991.

Χριστόφορος Μελίδης , Τοιχογραφίες του κτιρίου της ΔΕΗ Σερρών.